ΚΕΝΤΡΟ ΟΛΙΣΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ | ΚΛΑΣΙΚΗ ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ | ΠΕΤΡΟΣ ΚΡΑΧΤΗΣ | ΡΕΥΜΑΤΟΛΟΓΟΣ | ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Τι είναι η κλασική ομοιοπαθητική ιατρική
Πέτρος Κράχτης, κλασική ομοιοπαθητική ιατρική, ολιστική ιατρική, ρευματολόγος Λάρισα, ομοιοπαθητικός Λάρισα
17601
page-template-default,page,page-id-17601,page-child,parent-pageid-17609,mega-menu-top-navigation,ajax_fade,page_not_loaded,,qode-theme-ver-10.1.2,wpb-js-composer js-comp-ver-5.1,vc_responsive

Κλασική Ομοιοπαθητική

Κλασική Ομοιοπαθητική Ιατρική: μια εναλλακτική λύση στα σύγχρονα προβλήματα υγείας της Ανθρωπότητας

Ομοιοπαθητική

Η Ομοιοπαθητική είναι μια ιατρική επιστήμη 200 ετών που βασίζεται στη θεμελιώδη αρχή της ενεργητικής και ισχυρής διέγερσης του αμυντικού αντιδραστικού μηχανισμού του οργανισμού με στόχο την αυτοθεραπεία.

Βασικό αξίωμα είναι ότι ο ανθρώπινος οργανισμός διαθέτει μοναδικούς και πολύπλοκους μηχανισμούς για να διατηρεί την αρμονία του.

Μέσα στις συνθήκες του σύγχρονου τρόπου ζωής όπου πιέσεις ασκούνται συνεχώς σε σωματικό, συναισθηματικό και διανοητικό επίπεδο, τέτοιου είδους εξισορρόπηση είναι απαραίτητη για την επιβίωση.

Η ομοιοπαθητική προσέγγιση είναι ολιστική και εξατομικευμένη.

Προτείνει δηλαδή την αντιμετώπιση κάθε ατόμου ως συνολικής οντότητας, εστιάζοντας ταυτόχρονα στα ιδιαίτερα ή μοναδικά του χαρακτηριστικά. Με την κατάλληλη συνταγογράφηση, η ομοιοπαθητική θεραπευτική αγωγή ενισχύει τον οργανισμό ως σύνολο.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να ενδυναμώνονται οι μηχανισμοί άμυνας του οργανισμού και τα συμπτώματα της ασθένειας να υποχωρούν με τρόπο φυσικό.

Samuel Hahnemann
Samuel Hahnemann (1755-1843).
Διαφορά Ομοιοπαθητικής και Αλλοπαθητικής Ιατρικής

Μια θεμελιακή διαφορά ανάμεσα στην Ομοιοπαθητική και την Αλλοπαθητική ιατρική είναι η στάση τους απέναντι στα συμπτώματα. Σύμφωνα με την ομοιοπαθητική άποψη όλα τα συμπτώματα αποτελούν ενδείξεις ότι το σώμα προσπαθεί να αυτοθεραπευτεί. Αντίθετα η αλλοπαθητική άποψη θεωρεί τα συμπτώματα μόνο σαν εκδήλωση της ασθένειας, οπότε χορηγεί τα χημικά ή τα φυτικά φάρμακα με σκοπό να τα εξαλείψει. Για να γίνει αυτό πιο κατανοητό ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Σε μια κακή στήριξη του σώματος μας , παθαίνουμε διάστρεμμα της άρθρωσης του ‘αστραγάλου’ στο πόδι. Εμφανίζεται πόνος, η άρθρωση γίνεται δύσκαμπτη, πρήζεται, ίσως είναι και αρκετά θερμή. Η αλλοπαθητική ιατρική θα χορηγήσει αντι-φλεγμονώδη φάρμακα για να καταστείλει την φλεγμονή ενώ η κλασική ομοιοπαθητική ιατρική, θεωρώντας ότι η φλεγμονή αποτελεί προσπάθεια αυτοθεραπείας του οργανισμού, θα χορηγήσει φάρμακα που θα ενισχύσουν με φυσικό τρόπο τον οργανισμό σ΄ αυτή την προσπάθεια του, θα βοηθήσουν δηλαδή τη φλεγμονή να ολοκληρώσει τη φυσιολογική της βιολογική αποστολή και στη συνέχεια να υποχωρήσει, περιορίζοντας φυσικά την συνολική χρονική διάρκεια της βιολογικής αυτής διαδικασίας.

Η δραστικότητα των ομοιοπαθητικών φαρμάκων οφείλεται στην ανακάλυψη δυο βιοφυσικών νόμων από τον Γερμανό γιατρό Σ. Χάνεμαν.

 

Νόμος των Ομοίων

Ο πρώτος βιοφυσικός νόμος είναι ο Νόμος των Ομοίων, στον οποίο οφείλει και το όνομα της η Ομοιοπαθητική: η ουσία εκείνη που μπορεί να προκαλέσει ένα φάσμα συμπτωμάτων και διαταραχών του οργανισμού σε ένα υγιές άτομο, η ίδια ουσία μπορεί να θεραπεύσει το ίδιο φάσμα συμπτωμάτων και διαταραχών που παρουσιάζονται σε έναν ασθενή οργανισμό. Αξίζει εδώ να υπογραμμιστεί ότι για να είναι δραστικό ένα ομοιοπαθητικό φάρμακο θα πρέπει πάντα να είναι σε θέση να παράγει συμπτώματα όταν χορηγείται σε υγιείς εθελοντές κατά τη διαδικασία της πειραματικής διερεύνησης της αποτελεσματικότητάς του. Διαφορετικά μιλάμε για κάποια ουσία που είναι μη-φάρμακο, δηλαδή μέσα στον οργανισμό δεν εξασκεί καμία φαρμακολογική δράση.

 

Νόμος της Δυναμοποίησης

Ο δεύτερος βιοφυσικός νόμος είναι ο Νόμος της Δυναμοποίησης του ομοιοπαθητικού σκευάσματος. Η αρχική ουσία αραιώνεται διαδοχικά, σε συγκεκριμένες αναλογίες και αυτή η αραίωση συνδυάζεται με καθορισμένο αριθμό έντονων ενδιάμεσων ανακινήσεων (κρούσεις). Η διαδικασία αυτή του συνδυασμού αραιώσεων και κρούσεων ονομάζεται Δυναμοποίηση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Αυτό συνεχίζεται πέρα από το σημείο εκείνο που έχει απομείνει έστω και ένα μόριο της αρχικής διαλυτής ουσίας γεγονός που, παρά τη φαινομενική παραδοξότητα του, αυξάνει τη δραστικότητα του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, εκμηδενίζοντας παράλληλα την τοξικότητα του.

Ομοιοπαθητικά Φάρμακα

Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι ουσίες φυσικές, που προέρχονται από το ορυκτό, φυτικό και ζωικό βασίλειο.

Οι θεραπευτικές τους ιδιότητες έχουν πλήρως ελεγχθεί και καταγραφεί, όπως προαναφέρθηκε, μέσα από εκτενή πειράματα και μελέτες.

Η παρασκευή και η κυκλοφορία τους είναι επίσημα κατοχυρωμένες από την Ελληνική και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία (κοινοτική οδηγία ΟΔ/92/73/ΕΟΚ της 22/9/1992 και την εναρμόνιση της Ελληνικής νομοθεσίας από 1/1/1994 που ακολούθησε), διατίθενται δε από εξειδικευμένα φαρμακεία.

Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα δεν έχουν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια εφόσον συνταγογραφούνται από ιατρούς επαρκώς εκπαιδευμένους και εφόσον χορηγούνται σύμφωνα με τις επιστημονικές αρχές και τους επιστημονικούς κανόνες της Κλασικής Ομοιοπαθητικής. Μπορεί δυνητικά όμως, να προκαλέσουν διαταραχές στον οργανισμό, όπως συμβαίνει με κάθε φάρμακο, δηλαδή κάθε ουσία που χορηγούμενη στον οργανισμό μπορεί να αλλάξει τη φυσιολογία του, όταν χορηγούνται με προχειρότητα από ανεκπαίδευτους μη ιατρούς και όταν παραβιάζονται οι επιστημονικές αρχές που διέπουν το θαυμάσιο αυτό θεραπευτικό σύστημα.

Κλασική Ομοιοπαθητική

Είναι αυτονόητο μετά τα παραπάνω ότι μόνο η Κλασική Ομοιοπαθητική όπως θεμελιώθηκε από το Χάνεμαν και αναπτύχθηκε στη συνέχεια από τους ανά τον κόσμο μαθητές του, που βάδισαν στα δικά του βήματα και σεβάστηκαν τις βασικές επιστημονικές αρχές που εκείνος διατύπωσε για πρώτη φορά, μόνο λοιπόν αυτή η Ομοιοπαθητική μπορεί να έχει εκείνα τα συγκλονιστικά θεραπευτικά αποτελέσματα που βιώνουν εκατοντάδες ανά τον κόσμο ομοιοπαθητικοί θεραπευτές και εκατομμύρια θεραπευμένων ασθενών.

Με τους παραπάνω περιορισμούς, τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα μπορεί να χορηγηθούν σε όλες τις ηλικίες (από βρέφη μέχρι υπερήλικες) και για όλες τις καταστάσεις του οργανισμού όπου άλλα φάρμακα απαγορεύονται όπως π.χ. κύηση, γαλουχία.